Η εφηβεία αποτελεί την περίοδο μετάβασης από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή, αλλά τα όριά της είναι ασαφή. Αυτό σημαίνει ότι δεν αρχίζει ούτε τελειώνει για όλους την ίδια εποχή. Συχνά περιγράφεται ως μια δεύτερη γέννηση του ατόμου και εμπεριέχει την προοπτική μιας νέας ζωής.

Η περίοδος αυτή περιλαμβάνει διάφορους αναπτυξιακούς στόχους. Ο έφηβος χρειάζεται να αφήσει την προστασία που του παρέχουν οι γονείς του, να αποχωριστεί το παιδί που κρύβει μέσα του και να αντιμετωπίσει τις σωματικές, γνωστικές και συναισθηματικές αλλαγές που του συμβαίνουν. Οι αλλαγές αυτές δεν είναι για όλους ίδιες. Σε άλλους είναι πιο γρήγορες και πιο εμφανείς, σε άλλους πιο αργές και λιγότερο θεαματικές. Δημιουργούν, όμως μια μεγάλη εσωτερική αναταραχή την οποία κάποιοι έφηβοι την εκφράζουν ηχηρά και έντονα, ενώ κάποιοι την αντιμετωπίζουν σιωπηλά. Είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση, ο έφηβος βιώνει μια εσωτερική δυσκολία που μπορεί να εκφραστεί με αιφνίδιες συναισθηματικές μεταπτώσεις και απρόβλεπτη συμπεριφορά: θυμός, θλίψη, κλάμα, προκλητικό ντύσιμο και λεξιλόγιο, παθητικότητα ή απομόνωση. Ακόμα και ο ίδιος ο έφηβος εκπλήσσεται με τις αντιδράσεις του, καθώς δυσκολεύεται να τις δικαιολογήσει. Ξέρει ότι δεν είναι πια παιδί, δεν νιώθει, ωστόσο, ούτε και ενήλικας. Αυτή η ενδιάμεση κατάσταση μπορεί να τον γεμίζει άγχος και αγωνία.

Ο έφηβος καθώς μεγαλώνει θέλει να δοκιμάζει τα όριά του και τις δυνατότητές του. Απαιτεί, λοιπόν, περισσότερη ελευθερία, περισσότερο δικό του χρόνο και χώρο, για να σκεφτεί, να ονειροπολήσει, να φλερτάρει, να δράσει. Τότε είναι που οι δικές του επιθυμίες σκοντάφτουν στις επιθυμίες, στους φόβους και στις πεποιθήσεις των γονέων. Είναι ιδιαίτερα δύσκολο να είναι κάποιος γονέας, όταν το παιδί γίνεται έφηβος. Ενώ πρέπει να είναι συνεχώς παρών όταν τον έχει ανάγκη, πρέπει ταυτόχρονα, να δεχτεί έναν άλλον περιορισμένο ρόλο, να ελαττώσει την επιρροή του που ασκεί, χωρίς να βιώσει ότι μπαίνει στο περιθώριο. Άλλωστε για πολλούς εφήβους είναι σημαντικότερο να είναι αποδεκτοί από τους συνομηλίκους τους παρά από τους γονείς τους, εφόσον βασικό στοιχείο στόχο για αυτούς αποτελεί η διαφοροποίηση από τους ενήλικες-γονείς και η αίσθηση ότι ανήκουν σε μια ομάδα συνομηλίκων. Η διαδικασία αυτή αποτελεί ένα απαραίτητο βήμα για μια ώριμη ενηλικίωση. Επομένως, οι γονείς είναι καλό να συνειδητοποιήσουν ότι είναι πλέον γονείς μελλοντικών ενηλίκων. Και αυτό δεν είναι πάντα ευχάριστο!

Όταν σε έναν έφηβο δίνεται η δυνατότητα να ασχοληθεί με διανοητικές δραστηριότητες και να εκφράσει ελεύθερα όσα νιώθει -είτε θετικά είτε αρνητικά- νιώθει σημαντικός και μπορεί να δοκιμάζει τον εαυτό του και τα όριά του μέχρι τη στιγμή που θα αισθανθεί πραγματικά έτοιμος να προχωρήσει στην ικανοποίηση των προσωπικών του αναγκών και επιθυμιών.

Η φιλία και ο έρωτας είναι τα κατεξοχήν θέματα που απασχολούν τους εφήβους, είτε το εκφράζουν είτε όχι. Θα λέγαμε ότι «μεταθέτουν» τα συναισθήματα αγάπης και τρυφερότητας από τους γονείς τους στους φίλους ή στο άλλο φύλο, Ο δρόμος, λοιπόν, για την αυτονομία του εφήβου γίνεται λιγότερο δύσκολος, όταν υπάρχουν γονείς ή ενήλικοι υποστηρικτές που μπορούν να αντέξουν την προσπάθεια του εφήβου να αυτονομηθεί, ώστε να μπορέσει να βρει τη δική του ταυτότητα και τη δική του πορεία ζωής.

Αφήστε μια απάντηση

Μετάβαση στο περιεχόμενο